Οι πόλεις ως μοχλός της παγκόσμιας ανάπτυξης και το ελληνικό παράδοξο
Τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει μια διεθνής συζήτηση σχετικά με το ρόλο των πόλεων στην οικονομική ανάπτυξη των χωρών. Οι πόλεις και οι ευρύτερες περιφέρειες είναι το μέρος όπου ζουν οι περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του πλανήτη και έχουν τη
μεγαλύτερη συμβολή στην ανάπτυξη των χωρών τους.
Στις πόλεις παράγεται η καινοτομία και η τεχνολογική ανάπτυξη. Αναπτύσσονται οι τέχνες και οι επιστήμες. Στις πόλεις δημιουργείται οικονομικός ανταγωνισμός, ο οποίος αυξάνει τα ατομικά εισοδήματα και εν τέλει δημιουργείται ευημερία.
Τι χαρακτηρίζει όμως μια πόλη ως ανταγωνιστική; Οι πόλεις που καταφέρνουν επιτυχώς να διευκολύνουν τις επιχειρήσεις να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, να αυξάνουν την παραγωγικότητα τους και εν τέλει να αυξάνουν τα εισοδήματα των εργαζομένων-κατοίκων τους χαρακτηρίζονται ως ανταγωνιστικές. Σύμφωνα με τα στοιχεία της παγκόσμιας τράπεζας (World Bank) οι 550 από τις 750 ισχυρότερες πόλεις του κόσμου αναπτύσσονται ταχύτερα από την εθνική οικονομιά στην οποία ανήκουν.
Υπάρχουν σπουδαία παραδείγματα πόλεων και των ευρύτερων περιοχών τους που αποτελούν σημεία αναφοράς. Η Σίλικον Βάλευ με τις τεχνολογικές εταιρίες, η Βοστώνη με τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα, η Φρανκφούρτη που είναι το χρηματοπιστωτικό κέντρο της Γερμανίας, ή η περιοχή γύρω από την κοιλάδα του Ρουρ στην οποία βρίσκεται μεγάλο μέρος της βαριάς βιομηχανίας. Αντίστοιχα θα μπορούσε να αναφέρει κανείς τη Βασιλεία ή τη Γενεύη από την Ελβετία, ή πόλεις από τον Καναδά, το Μεξικό ή την Κίνα. Αποφεύγω να αναφέρω πρωτεύουσες κρατών διότι θέλω να καταδείξω ότι οι οικονομικά ανεπτυγμένες πόλεις κυρίως δεν είναι οι πρωτεύουσες κρατών.
Η μεθοδολογία που ακολουθούν οι πόλεις προκειμένου να γίνουν ανταγωνιστικές είναι σχεδόν κοινή. Όλες οι πόλεις βασίζονται σε κάποια πλεονεκτήματα, σε κάποια υπηρεσία ή προϊόν που παράγουν και προσπαθούν να το εξελίξουν αποτελεσματικά. Υπό αυτή τη λογική κάθε περιοχή προσπαθεί να εφαρμόσει πολιτικές που ταιριάζουν στις τοπικές ή οικονομικές ιδιαιτερότητες με σκοπό την υποστήριξη του ιδιωτικού τομέα. Σε κάθε περίπτωση οι τοπικοί θεσμοί (π.χ. αυτοδιοίκηση) παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο. Για παράδειγμα η ανάπτυξη των υποδομών γίνεται με διαβούλευση μεταξύ των θεσμών τοπικής διακυβέρνησης και του ιδιωτικού τομέα με σκοπό και την εξυπηρέτηση και των δικών του αναγκών.
Συνεπώς μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξη των πόλεων διαδραματίζει η συνεργασία μεταξύ του ιδιωτικού τομέα και των τοπικών θεσμών διακυβέρνησης. Επίσης πολλές πόλεις επιτυγχάνουν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες γειτονικών πόλεων όταν κρίνουν ότι αυτές μπορούν να καλύψουν δικές τους αδυναμίες. Δημιουργείται έτσι ένα σύστημα όχι μόνο ανταγωνισμού αλλά και συνεργασίας όπου αυτό επιβάλλεται.
Το ελληνικό παράδοξο
Αυτά συμβαίνουν στο διεθνές περιβάλλον. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση της χώρας μας; Έχουμε άραγε πόλεις που αναπτύσσονται υπό το μοντέλο που μόλις περιέγραψα; Υπάρχει η κουλτούρα συνεργασίας τοπικών θεσμών διακυβέρνησης και ιδιωτικού τομέα με στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας;
Η απάντηση είναι προφανής. Προσωπική μου άποψη είναι ότι πίσω από την αρνητική απάντηση βρίσκεται και η αδυναμία της χώρας να επιτύχει τη δημιουργία ενός βιώσιμου οικονομικού μοντέλου ανάπτυξης που θα μας βγάλει από την εποχή των μνημονίων. Παρ’ ότι ήμασταν οι πρώτοι που βασιστήκαμε στη δύναμη της πόλις, σήμερα δείχνουμε να αγνοούμε αυτή την ιστορική πραγματικότητα.
θα αναφέρω, ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η Αθήνα έχει το σπουδαιότερο brand-name στον κόσμο. Ακόμα και σε αυτή την εποχή της κρίσης, δεκάδες νέα ξενοδοχεία κατασκευάζονται γεγονός που δείχνει τη δυναμική της περιοχής στην παγκόσμια βιομηχανία. Παρόλα αυτά η τουριστική της ανάπτυξη δεν είναι η επιθυμητή. Βασισμένο στην ιστορία και τον πολιτισμό της Αθήνας αλλά και το φυσικό περιβάλλον ολόκληρης της Αττικής, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα αναπτυξιακό μοντέλο που θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητα της περιοχής. Αντίστοιχο παραδείγματα θα μπορούσαν να αναφερθούν και για άλλες πόλεις της χώρας.
Αντί όμως να έχουμε ένα ανταγωνιστικό μοντέλο ανάπτυξης στη χώρα μας, έχουμε απίστευτη γραφειοκρατία και συγκεντρωτισμό. Σε όλες τις πόλεις που ηγούνται στο διεθνή ανταγωνισμό, οι τοπικές αρχές έχουν ουσιαστικές αρμοδιότητες στα θέματα ανάπτυξης, έχουν τη δυνατότητα είσπραξης φορολογικών εσόδων και την υποχρέωση να επιτύχουν συγκεκριμένους οικονομικούς στόχους (π.χ. αύξησης του τοπικού ΑΕΠ ή μείωση της ανεργίας). Το γεγονός αυτό τους καθιστά συμμέτοχους στην ανάγκη της ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα.
Είμαι όμως βέβαιος ότι η σωστή ανάπτυξη ξεκινά «από κάτω προς τα πάνω» και αν δε δημιουργήσουμε το περιβάλλον όπου οι τοπικές κοινωνίες όχι μόνο θα πάρουν τις τύχες στα χέρια τους αλλά και θα έχουν μερίδιο στον παραγόμενο πλούτο, τότε θα είμαστε μονίμως δεμένοι στο άρμα της μιζέριας. Μήπως ήρθε η ώρα να το σκεφτούμε;
*Ο κ. Τάσος Γαϊτάνης είναι Γραμματέας Τοπικής Αυτοδιοίκησης της ΝΔ